Η ιστορια της Δημητσανας
Ιστορικη πορεια
Στην καρδιά της Πελοποννήσου, στην Αρκαδία σκαρφαλωμένη στα 1.000 μ. ψηλά στο Μαίναλο, η Δημητσάνα είναι πρωτεύουσα της επαρχίας Γορτυνίας.
Ο Αρκάς, γυιός του Δία και της Καλλιστώς και ο δισέγγονος του ο Γόρτυς έδωσαν τα ονόματά τους στο νομό και στην επαρχία. Αλλά και το πρώτο όνομα της σημερινής Δημητσάνας συνδέεται με τα προϊστορικά χρόνια. Ο περιηγητής Παυσανίας (2ος αι. μ.Χ.) μας αναφέρει πως τα χρόνια του Τρωικού πολέμου η «Τεύθις» ήταν «πόλισμα» και ο ηγεμόνας της ο Τεύθις αποφάσισε να πάρει μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Στην Αυλίδα όμως διαφώνησε με τον Αγαμέμνονα και ετοιμαζόταν να αποχωρήσει όταν η θεά Αθηνά εμφανίστηκε μπροστά του για να τον αποτρέψει. Εκείνος θυμωμένος χτύπησε με το δόρυ του τη θεά στο μηρό και εγκατέλειψε το στρατόπεδο μαζί με τους πολεμιστές του. Γύρισε στην Αρκαδία φορτωμένος με την κατάρα της Αθηνάς. Για την ασέβεια του, η γη του η Τεύθιδα, μόνη απ’ όλη την Αρκαδία, δεν έδινε καρπούς. Το μαντείο της Δωδώνης, όπου κατέφυγαν απελπισμένοι οι κάτοικοι της πόλης ,τους συμβούλεψε να εξευμενίσουν τη Θεά. Έτσι, κατασκεύασαν ένα άγαλμα της με το μηρό τραυματισμένο.
Με ένα κόκκινο επίδεσμο στο μηρό είδε και ο Παυσανίας το άγαλμα της Αθηνάς όταν επισκέφθηκε την Τεύθιδα το 170 μ.Χ. (Αρκαδικά 28, 4-7) και τη χαρακτήρισε πόλη κατοικημένη, περιτοιχισμένη και ασφαλισμένη με Ακρόπολη. Η πιο έγκυρη φωνή της αρχαίας Τεύθιδας είναι τα λείψανα αυτού του αρχαίου τείχους που ανιχνεύονται διάσπαρτα στην περιοχή του σημερινού «Κάστρου» της Δημητσάνας. Άλλα αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν ότι η πόλη όρθια και οχυρωμένη ελέγχει το οδικό δίκτυο της περιοχής. Το 194 π.Χ. κόβει νόμισμα με την επιγραφή «Αχαιών Τευθιδών Γνωσέας».
Επιβιώνει στα Ρωμαϊκά χρόνια και παρακμάζει κατά τον 3ο ή 4ο αι. μ.Χ., όταν μικρή και απομονωμένη αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις επιδρομές των Γότθων βαρβάρων, τις φυσικές καταστροφές, τη γενική παρακμή.
Από τον 3ο αι. μ.Χ., οι κάτοικοι της περιοχής έχουν εκχριστιανισθεί, όπως μας δείχνουν οι παλαιοχριστιανικές βασιλικές που έχουν αποκαλυφθεί.
Σλαβικά φύλα, ειρηνικοί νομάδες ποιμένες και γεωργοί κατεβαίνουν στην Πελοπόννησο το 7ο και 8ο αι. αναζητώντας ορεινά ασφαλή μέρη. Κάποιες ομάδες εγκαταστάθηκαν στην περιοχή. Στη συνύπαρξή τους με τους ντόπιους Έλληνες φάνηκε η δύναμη του Ελληνισμού. Οι νέοι κάτοικοι έγιναν αποδεκτοί, έμαθαν ελληνικά, εκχριστιανίστηκαν, αφομοιώθηκαν. Σλαβόφωνοι οικισμοί ή μειονότητες δεν αναφέρονται ποτέ ως αυτοτελείς ή ανεξάρτητοι. Όμως, όπως πήραν έτσι και έδωσαν κάτι από την πείρα τους, τη φιλοπονία τους και τη γλώσσα τους. Μαρτυρία του ερχομού τους είναι τα τοπωνύμια που διατηρούνται μέχρι σήμερα και που μαρτυρούν κυρίως τη μορφολογία του εδάφους.
Πότε η αρχαία Τεύθις ονομάστηκε Δημητσάνα είναι άγνωστο, όπως άγνωστη είναι η ετυμολογία και η σημασία της λέξης.
Το όνομα αυτό αναφέρεται για πρώτη φορά στο πατριαρχικό σιγίλιο του 967 μ.Χ., ιδρυτικό της σταυροπηγιακής μονής του Φιλοσόφου, στο Φαράγγι του Λουσίου. Σ’ αυτό, η Δημητσάνα αποκαλείται «χώρα» ως πόλη ήδη διαμορφωμένη και ανθηρή. Από το έτος αυτό αρχίζει η ιστορία της Δημητσάνας.
Οι κάτοικοι της είναι γεωργοί, κτηνοτρόφοι, ειδικοί τεχνίτες, εργάτες και πλούσιοι νοικοκυραίοι. Αναδεικνύονται ιστορικές οικογένειες όπως οι Λαμπαρδόπουλοι και οι Καρακάλλοι, που αναφέρονται στους κώδικες των μονών και των ναών της περιοχής..
Τον 9ο, 10ο και 11ο αι. η κεντρική Βυζαντινή εξουσία υποστηρίζει την αναγέννηση της Παιδείας στον ελληνικό χώρο με την ίδρυση μεγάλων μονών σε όλη την Ελλάδα, όπως η μονή της Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων, η Μονή Μεγίστης Λαύρας στο Άγιο Όρος, η Μονή του Οσίου Λουκά Βοιωτίας, η Μονή Δαφνίου στην Αττική, η Μονή Φιλοσόφου στην Δημητσάνα.
Τα μοναστικά αυτά κέντρα σε επίκαιρα σημεία της επικράτειας, παράλληλα με τους θρησκευτικούς τους στόχους, είναι οχυρά, διαθέτουν αμυντικούς πύργους και εξασφαλίζουν την ασφάλεια της περιοχής τους. Για το λόγο αυτό και ονομάστηκαν «Ακροπόλεις του Χριστιανισμού.
Α’ Τουρκοκρατία 1460-1685
Ιστορικές ειδήσεις λείπουν και για τους δύο πρώτους αιώνες της δουλείας στην Πελοπόννησο. Βέβαιο όμως είναι ότι η ορεινή θέση της Δημητσάνας και το άγονο του εδάφους της δεν προσείλκυσε τους κατακτητές. Έτσι παρά την Τουρκική κατοχή η Δημητσάνα διατηρείται σχετικά ακμαία, κυρίως στον τομέα της Παιδείας.
Η Μονή Φιλοσόφου ήταν εκπαιδευτικό κέντρο, απ’ όπου προήλθε πλήθος μοναχών, που έγιναν διδάσκαλοι, αρχιερείς και πατριάρχες, που κατέλαβαν επισκοπικές έδρες στο θρόνο της Κων/πόλεως, των Ιεροσολύμων, της Αντιοχείας, της Αλεξάνδρειας.
Ενετοκρατία 1685-1715
Κατά την περίοδο αυτή η Δημητσάνα με την Παλαιά Μονή Φιλοσόφου και από το 1691 με τη Νέα Μονή εξακολουθεί να είναι εκπαιδευτικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής
Β’ Τουρκοκρατία 1715-1821
Η δεύτερη αυτή περίοδος της Τουρκικής κατοχής, μετά το τέλος ης Ενετοκρατίας, στάθηκε ευνοϊκή για τη Δημητσάνα. Οι Δημητσανίτες κυκλοφορούν ελεύθερα σε όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία, είναι έμποροι, βιοτέχνες, καταλαμβάνουν εκκλησιαστικά αξιώματα.
Σύμφωνα με την παράδοση, η πόλη έτυχε ευνοϊκής μεταχείρισης από την Τουρκική εξουσία, (φορολογικές ελαφρύνσεις, εξαίρεση από τον έλεγχο του κατακτητή). Εκτός από το κοινό σχολείο που ήδη λειτουργούσε στην πόλη, το 1764 οι μοναχοί Αγάπιος Λεονάρδος και Γεράσιμος Γούνας, Δημητσανίτες από την Σμύρνη, ίδρυσαν την ονομαστή Σχολή Δημητσάνης. Έτσι, το κέντρο παιδείας μεταφέρεται από τη Μονή Φιλοσόφου μέσα στην πόλη της Δημητσάνας.
Μέχρι το 1770, η περιοχή γνωρίζει ηρεμία και αύξηση του πληθυσμού. Όμως, η αποτυχούσα εξέγερση των Ελλήνων στη διάρκεια των Ορλωφικών (Ρωσοτουρκικός πόλεμος,1768-1774) αναστάτωσε την Πελοπόννησο. Η αιματηρή καταστολή της από τους Τούρκους με τη βοήθεια των Αλβανών ανέστειλε κάθε οικονομική και πνευματική πρόοδο. Τις συνέπειες αυτές εδοκίμασε και η Δημητσάνα. Η λειτουργία της Σχολής σταμάτησε για ένα διάστημα.
Η Προσφορα της Δημητσανας στον αγωνα του 21′
Φιλικοί:
Στα χρόνια που προηγούνται της επανάστασης, όταν η Φιλική Εταιρεία κατηχεί ανθρώπους εμπιστοσύνης στην Πελοπόννησο, Δημητσανίτες όπως ο Παλαιών Πατρών Γερμανός (1818), οι Σπηλιωτόπουλοι, ο Αντωνόπουλος και πολλοί Δημητσανίτες της διασποράς αναφέρονται επισήμως ως μυημένοι Φιλικοί με πρωταγωνιστικό ρόλο. Η Δημητσάνα είναι ένας από τους ελάχιστους οικισμούς, που λόγω της παρασκευής μπαρουτιού εντάχθηκε ολόκληρη στη Φιλική Εταιρεία.
Η πυρίτιδα:
Κατά τον Σπ. Λάμπρο «η Δημητσάνα ήτο κατά τας τελευταίας δεκαετηρίδας της Τουρκοκρατίας σπουδαίο βιομηχανικόν κέντρον υλικού πολέμου. Το πυριτιδοποιείον της Δημητσάνης ήτο κατά την εποχήν εκείνην το μεγαλύτερον όλων, υπήρξε δε κατά την Επανάστασιν ο μεγαλύτερος και σπουδαιότερος χορηγητής του αγώνος. Η Κρήτη, η Στερεά, η Θεσσαλία, η Κασσάνδρα, ο Άθως εφωδιάζοντο μπαρούτι και σφαίρας από την Δημητσάνα και κυρίως από τους μύλους (εργοστάσια) των αδελφών Σπυλιωτοπούλου. Κατά τινα πίνακα εις ένα και μόνον χρόνον εις την Πελοπόννησον εστάλησαν 3.510 οκάδες σφαιρών, 13.106 οκάδες μπαρούτι και 804.320 φυσίγγια».
Αυτό σαφέστατα αποδεικνύει ότι η γνωστή έκφραση «Μπαρούτι Δημητσανίτικο» έχει ιστορική βάση, δηλ. ότι οι Δημητσανίτες ήσαν ανέκαθεν επαγγελματίες πυριτιδοποιοί.
Τα πολύτιμα βιβλία:
Ο Θ. Κολοκοτρώνης αναφέρει στ’ Απομνημονεύματά του: «….. είχαμε έλλειψι από μολύβι και χαρτί επήραμεν την Βιβλιοθήκη της Δημητσάνας και άλλων μοναστηρίων και εδέναμε φουσέκια’ μπαρούτι είχαμε, έκαμε η Δημητσάνα …..» και ο υπασπιστής του Φωτάκος γράφει: «εις την Δημητσάναν είχαν την φροντίδα να δένουν τα φουσέκια και επειδή έσωσαν το χαρτί και πλέον δεν είχαν άλλο, εχάλασαν την πολύτιμον Βιβλιοθήκην της Σχολής των και τα εκκλησιαστικά βιβλία, δια να προφθάσουν όλα τα στρατεύματα της Πελοποννήσου».
Ενεργός συμμετοχή στον αγώνα:
Πολλοί Δημητσανίτες ήταν μάχιμοι στα στρατόπεδα και ανήκαν στο σώμα του Ανδρέα Παπαδιαμαντόπουλου, ο οποίος υπήρξε στενός και έμπιστος συνεργάτης αλλά και συμπολεμιστής του Γέρου του Μοριά. Αφοσιωμένος γραμματικός του Κολοκοτρώνη ήταν ο Δημητσανίτης Μιχαήλ Οικονόμου (προσωπογραφία του στη Βιβλιοθήκη).
Πρωτότυπη ήταν και η προσφορά στον Αγώνα του Παναγιώτη Κάλα ή Τσοπανάκου. Με τους στίχους του εμψύχωνε τους πολεμιστές για να συνεχίσουν τον Αγώνα.
Όμως, αναμφισβήτητα, την προσφορά της Δημητσάνας στην επανάσταση σφραγίζουν δύο κορυφαίες προσωπικότητες: ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, που ευλόγησε τα όπλα των επαναστατών στην Πάτρα και ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ που απαγχονίσθηκε στην Κων/πολη ανήμερα το Πάσχα του 1821.
Λίγες μέρες αργότερα, 3 Ιουνίου ’21, απαγχονίσθηκε και ο Ιωσήφ Αντωνόπουλος μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, Δημητσανίτης και φίλος του Γρηγορίου του Ε’ καθώς και άλλοι Δημητσανίτες της Κωνσταντινούπολης.
Μισεμος – Διασπορα
Ήδη από τα πρώτα χρόνια της δουλείας αλλά και πριν την Άλωση πολλοί κάτοικοι της Δημητσάνας επέλεξαν να ξενιτευθούν. Άλλοι στην Κων/πολη, άλλοι στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, άλλοι μοναχοί στο Άγιο Όρος. Τον 17ο αι. πολλοί ζούσαν στην Αθήνα και μεταξύ αυτών ο πιο γνωστός και επιφανής ήταν ο ιατροφιλόσοφος Πετράκης Παπασταμάτης από μεγάλη οικογένεια της Δημητσάνας, ιδρυτής της Μονής Πετράκη στην Αθήνα.
Από την Σμύρνη εγύρισαν πίσω στην πατρίδα και ίδρυσαν τη Σχολή της Δημητσάνας, οι μοναχοί Γεράσιμος Γούνας και Αγάπιος Λεονάρδος.
Με την έναρξη της Επανάστασης πολλοί έσπευσαν να επιστρέψουν όπως οι αδελφοί Σπηλιωτόπουλοι από την Ύδρα, που ανακαίνισαν και λειτούργησαν τους παλιούς μπαρουτόμυλους.
Οι ξενιτεμένοι Δημητσανίτες διέπρεψαν και διακρίθηκαν στις χώρες που μετανάστευσαν, παρέμειναν όμως αιώνιοι νοσταλγοί της πατρίδας τους και πρόθυμοι αρωγοί στις ανάγκες της.
Επικοινωνια
Συνεδριακό Πολιτιστικό Κέντρο Δημητσάνας
Email: info@spkd.gr
Phone: +30 27950-32111
Fax: +30 27950-32131
Mobile: +30 6972446890
Κώστας Λάμπρου - Υπεύθυνος Επικοινωνίας: +30 6972446890 / Αθήνα
Βρειτε μας στο χαρτη